Σύνοψη βιβλίου
Πετώντας έφτασα στη θάλασσα.
Όνειρο είδα.
Βέλος τινάχτηκα απ' το παράθυρο.
Βουτιά στο θόλο,
αρπάχτηκα, μα
σκίστηκε και κατρακύλησα κραδαίνοντας
κουρέλι μαβί
για τον καθρέφτη του στα χαμηλά.
Ευκαιρία, σκέφτηκα, να τον πλύνω, να τον καθαρίσω
που 'ναι γεμάτος εμετούς, κλάματα παιδιών,
κηλίδες κόκκινες κι ελπίδες μαυρισμένες.
Μα έκανα λάθος.
Τίποτα δεν κατάφερα.
Μυριάδες χαίτες άφριζαν
κι αφηνιασμένες έτρεχαν
καβάλα τους οι αέρηδες.
Καμιά ζωή.
Γλάροι, δελφίνια, πουθενά,
με των άστρων τις κλωστές μια να δένουν, ναι, και
μια να λύνουν, όχι.
Κι ο Ποσειδώνας να ανακατώνει έγκατα και ίσαλα,
Τρικέρατος στο σεληνόφωτο.
Να σπρώχνει καρυδότσουφλα, τις Παναγιές, τους άι
Νικόλαους, και
να σφυρίζουν τα σοκάκια στα νησιά που,
πιασμένα ώμο - ώμο,
βάσταγε το ένα το άλλο να μην τα καταπιεί
η άβυσσος.
Όνειρο είδα.
Βέλος τινάχτηκα απ' το παράθυρο.
Βουτιά στο θόλο,
αρπάχτηκα, μα
σκίστηκε και κατρακύλησα κραδαίνοντας
κουρέλι μαβί
για τον καθρέφτη του στα χαμηλά.
Ευκαιρία, σκέφτηκα, να τον πλύνω, να τον καθαρίσω
που 'ναι γεμάτος εμετούς, κλάματα παιδιών,
κηλίδες κόκκινες κι ελπίδες μαυρισμένες.
Μα έκανα λάθος.
Τίποτα δεν κατάφερα.
Μυριάδες χαίτες άφριζαν
κι αφηνιασμένες έτρεχαν
καβάλα τους οι αέρηδες.
Καμιά ζωή.
Γλάροι, δελφίνια, πουθενά,
με των άστρων τις κλωστές μια να δένουν, ναι, και
μια να λύνουν, όχι.
Κι ο Ποσειδώνας να ανακατώνει έγκατα και ίσαλα,
Τρικέρατος στο σεληνόφωτο.
Να σπρώχνει καρυδότσουφλα, τις Παναγιές, τους άι
Νικόλαους, και
να σφυρίζουν τα σοκάκια στα νησιά που,
πιασμένα ώμο - ώμο,
βάσταγε το ένα το άλλο να μην τα καταπιεί
η άβυσσος.