Ένα πραγματικό αριστούργημα από τον Καμύ!
Τι είναι ο επαναστατημένος άνθρωπος; Ένας άνθρωπος που λέει όχι. Μα το ότι αρνείται, δεν σημαίνει ότι παραιτείται: είναι, επίσης, ένας άνθρωπος που λέει ναι, από την πρώτη του κιόλας κίνηση. Ένας σκλάβος, που σε όλη του τη ζωή δεχόταν διαταγές, κρίνει ξαφνικά απαράδεκτη μια νέα προσταγή. Ποια είναι η σημασία αυτού του «όχι»;
Μια εκτεταμένη πραγματεία για το περιεχόμενο και την ουσία του όρου «επανάσταση». Ξεκινώντας με μια φιλοσοφική ανάλυση του εγκλήματος και της ηθικής συνείδησης που το επιτρέπει, το αποδέχεται ή και το δικαιολογεί, προχωρά σε μια παρουσίαση της μεταφυσικής εξέγερσης («μια αξιολογική κρίση, εν ονόματι της οποίας ο εξεγερμένος αρνείται να αποδεχτεί τη μοίρα που του προσφέρουν») με αναφορές στους Έλληνες (και ειδικότερα τον Προμηθέα του Αισχύλου, ένα από τα πρώτα πρότυπα εξέγερσης του ανθρώπου κατά του Θεού), στην Παλαιά Διαθήκη και τον σκληρό ανελέητο Θεό που προτιμά τη θυσία του Άβελ αντί του Κάιν, και τον Χριστό, ο οποίος επιχείρησε να δώσει λύση σε δύο σημαντικά προβλήματα των απανταχού εξεγερμένων, το κακό και το θάνατο.
Ο Ντοστογέφσκι στην φαντασία του και ο Νίτσε στην πράξη θα επεκτείνουν υπερβολικά το πεδίο της επαναστατημένης σκέψης και θα ζητήσουν λογαριασμό από τον ίδιο το Θεό της αγάπης.
«Ο Ιβάν Καραμαζόφ ενσαρκώνει την άρνηση της σωτηρίας. Η πίστη οδηγεί στην αθάνατη ζωή. Η πίστη όμως προϋποθέτει την αποδοχή του μυστηρίου και του κακού, την καρτερική υποταγή στην αδικία. Αφού, λοιπόν, τα δεινά των παιδιών τον εμποδίζουν να πιστέψει, δεν θα μπορέσει να κερδίσει την αθάνατη ζωή. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, ακόμη και αν υπήρχε αθάνατη ζωή, ο Ιβάν θα την αρνιόταν. Απορρίπτει ένα τέτοιο αλισβερίσι. Θα δεχόταν τη θεία χάρη μόνο άνευ όρων και για αυτό θέτει τους δικούς του όρους. Η εξέγερση τα θέλει όλα η τίποτα. «Όλες οι γνώσεις του κόσμου δεν αξίζουν όσο τα δάκρυα των παιδιών.» Ο Ιβάν δεν υποστηρίζει πως δεν υπάρχει αλήθεια. Λέει ότι, αν υπάρχει μια αλήθεια, δεν μπορεί παρά να είναι απαράδεκτη. Γιατί; Γιατί είναι άδικη.»
Στη νιτσεϊκή φιλοσοφία, η εξέγερση ξεκινάει από το περίφημο «ο Θεός πέθανε» καταλήγοντας σε έναν ιδιότυπο ασκητισμό. Και μας λέει ο Καμύ: «Μια βαθύτερη λογική αντικαθιστά το «αν τίποτα δεν είναι αλήθεια, όλα επιτρέπονται» του Καραμαζόφ με το «αν τίποτα δεν είναι αλήθεια, τίποτα δεν επιτρέπεται.» Το να αναρωτηθείς ότι έστω κι ένα μόνο πράγμα σ’αυτόν τον κόσμο απαγορεύεται, καταλήγει στο να απαρνηθείς αυτό που επιτρέπεται. Εκεί όπου κανείς δεν μπορεί πια να πει τι είναι μαύρο και τι είναι άσπρο, σβήνει το φως και η ελευθερία καταντά ακούσια φυλακή».
Έχοντας πολύ προφητικά γράψει «Όταν οι σκοποί είναι μεγαλόπνοοι, η ανθρωπότητα χρησιμοποιεί ένα άλλο μέτρο και δεν κρίνει πλέον το έγκλημα ως τέτοιο, ακόμα και αν χρησιμοποιεί τα πιο τρομακτικά μέσα», η εξέγερση του Νίτσε υπό τη μορφή του άκρατου μηδενισμού, καθώς και η ιδεολογία του Χέγκελ περί κυριαρχίας, επηρέασε σε μεγάλο βαθμό και «νομιμοποίησε», (διαστρεβλωμένη στο βαθμό που ήταν απαραίτητο) το εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα και τα όσα φρικτά αυτό πρέσβευε και έπραξε στη συνέχεια.
Συνεχίζοντας: «Ο σουρεαλισμός θέλει να απαντήσει σε τούτη την αδιάκοπη ανησυχία. Είναι «μια κραυγή του πνεύματος που στέφεται εναντίον του και είναι οπωσδήποτε αποφασισμένο να συντρίψει απελπισμένα αυτά τα εμπόδια». Φωνάζει ενάντια στον θάνατο και την «γελοία διάρκεια» μιας εφήμερης ύπαρξης. Ο σουρεαλισμός, λοιπόν, υπακούει στις εντολές τις ανυπομονησίας. Ζει σε μια κάποια κατάσταση πληγωμένης οργής, και συγχρόνως στην αυστηρότητα και την περήφανη αδιαλλαξία που προϋποθέτουν μια ηθική.»
Ο μαρξισμός ζητούσε την υποταγή του παραλόγου, ενώ οι σουρεαλιστές είχαν ξεσηκωθεί για να υπερασπιστούν το παράλογο μέχρι θανάτου. Ο μαρξισμός έτεινε στην κατάκτηση της ολότητας και ο σουρεαλισμός, όπως κάθε πνευματική εμπειρία, στην ενότητα. Η ολότητα μπορεί να ζητά την υποταγή του παραλόγου, αν το λογικό αρκεί για την κατάκτηση της εξουσίας του κόσμου.
Γίνεται στη συνέχεια μια εύστοχη διάκριση μεταξύ εξέγερσης, ήτοι μιας ακαθόριστης διαμαρτυρίας για την καθεστηκύια τάξη, και της επανάστασης, που λογικά ακολουθεί την μεταφυσική εξέγερση, δηλαδή της έκφρασης μιας συγκεκριμένης πια ιδέας και της πράξης που επιχειρείται, ατομικά ή συλλογικά, βάσει ακριβώς της ιδέας αυτής. Κατά την έννοια μάλιστα αυτή, δεν έχει υπάρξει ακόμη στην ιστορία μας μια αληθινή επανάσταση -έννοια αντίθετη εξ ορισμού με οποιαδήποτε κυβέρνηση- αφού η επανάσταση αυτή τελολογικά θα ήταν οριστική και θα σταθεροποιούσε τα πάντα, παρά μόνο διαδοχικά και αδιάκοπα κινήματα εξέγερσης.
Από τους σκλάβους και τον Σπάρτακο του αρχαίου κόσμου, τους βασιλοκτόνους, έως την τρομοκρατία του 1905 στη Ρωσία και τη στρατιωτική επαναστάτη του Λένιν, η εξέγερση εκδηλώνεται με ένα έγκλημα. Μια ή περισσότερες εξισωτικές ανθρωποκτονίες, που ξεκινούν ως διεκδίκηση κάποιου δικαιώματος, το οποίο αφού εδραιωθεί, μετασχηματίζεται από βιωμένη πραγματικότητα σε επιθυμία υπεροχής και πόθο για ακόμα περισσότερη δύναμη και εξουσία.
Κάπως έτσι οι επαναστάτες του 20ου αιώνα φιλοδοξούν στην ενότητα του ανθρώπινου γένους, την κορύφωση της ιστορίας και την -κατά λογική αναγκαιότητα- θεοποίηση του ανθρώπου, την υιοθέτηση του ιδανικού του υπερανθρώπου που θα εξασφαλίσει τη σωτηρία όλων. «Αφού ο Θεός πέθανε, πρέπει να αλλάξουμε τον κόσμο και να τον οργανώσουμε με τις δυνάμεις του ανθρώπου».
Σχολιάζοντας τελικά την κατάσταση της σταλινικής Ρωσίας και τις πρακτικές ενίοτε εξαφάνισης, ενίοτε εξόντωσης των εχόντων «λανθασμένες πεποιθήσεις» που εφαρμόζονταν από το καθεστώς στο όνομα της Αυτοκρατορίας, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο αυτή η αναδιαμόρφωση της ατομικής ψυχολογίας επηρέασε τις έως τότε παραδοσιακές ανθρώπινες σχέσεις στο σύνολο τους, ο Καμύ γράφει: «Η έσχατη αντίφαση της μεγαλύτερης επανάστασης που γνώρισε η ιστορία δεν βρίσκεται, τελικά, στο ότι διεκδικούσε τη δικαιοσύνη μέσα από μιαν αδιάκοπη αλυσίδα αδικιών και βιαιοτήτων. Δουλεία ή απάτη, αυτό είναι κακό όλων των εποχών. Η τραγωδία της είναι η τραγωδία του μηδενισμού, συγχέεται με το δράμα της σύγχρονης διανόησης που, επιδιώκοντας το παγκόσμιο, συσσωρεύει τους ακρωτηριασμούς του ανθρώπου. Η ολότητα δεν είναι και ενότητα. Η κατάσταση πολιορκίας, ακόμα και εκτεταμένη μέχρι τα άκρα του κόσμου, δεν είναι συμφιλίωση. Η διεκδίκηση της παγκόσμιας πολιτείας διατηρείται σ’ αυτήν την επανάσταση μόνο με την απόρριψη των δυο τρίτων του κόσμου και της θαυμαστής κληρονομιάς των αιώνων, με την άρνηση -προς όφελος της ιστορίας- της φύσης και του κάλλους, με την αφαίρεση από τον άνθρωπο της δύναμης του πάθους, της αμφιβολίας, της ευτυχίας, της πρωτότυπης επινόησης, με μια λέξη του μεγαλείου του».
Αξίζει να σημειωθεί, σε αυτό το σημείο, η ανατριχιαστική αναφορά στο «Ημερολόγιο της Σιβηρίας» του Ερνστ Ντβίνγκερ, όπως μας το μεταφέρει ο Καμύ, ενός Γερμανού αξιωματικού, ο οποίος όντας φυλακισμένος για χρόνια σε ένα στρατόπεδο όπου κυριαρχούσε η πείνα και το κρύο, έφτιαξε ένα σιωπηλό πιάνο με ξύλινα πλήκτρα. Κατ’ αυτόν τον -επαναστατικό θα λέγαμε- τρόπο, εν μέσω της αθλιότητας, συνέθετε μια παράξενη μουσική που μόνο ο ίδιος μπορούσε να ακούσει. «Έτσι, σε τούτη την κόλαση, μυστηριώδεις μελωδίες και βάναυσες εικόνες χαμένης ομορφιάς θα έφερναν πάντα σ’ εμάς, καταμεσής του εγκλήματος και της τρέλας, την ηχώ αυτής της αρμονικής ανταρσίας που μαρτυρεί στους αιώνες το ανθρώπινο μεγαλείο».
Με τον πλέον εύγλωττο και ποιητικό τρόπο, ο Καμύ εξαίρει την ανθρώπινη ψυχή και ουσία, και καταφέρνει σε ένα δοκίμιο που αναπόφευκτα προκαλεί, ως έναν βαθμό, την απογοήτευση και τον πεσιμισμό, να επαναφέρει την αισιοδοξία και την ανυπότακτη πίστη στην ανθρωπότητα, υπενθυμίζοντας ότι ο άνθρωπος δεν είναι μόνο, και δεν περιορίζεται, ορθώς, μόνο στην ιστορία. Σκοπός, δημιουργία, τάξη της φύσης, αξιοπρέπεια και ομορφιά, φωτίζουν το δρόμο προς μια αληθινά ρεαλιστική επανάσταση. «Η ομορφιά, αναμφίβολα, δεν κάνει τις επαναστάσεις. Αλλά έρχεται μια μέρα που οι επαναστάσεις έχουν ανάγκη από αυτήν». Πραγματικά, ένα μανιφέστο ανθρωπισμού!
Ένα έργο που βρίθει από φιλοσοφικές και κοινωνιολογικές αναφορές και αναλύσεις, παρουσιάζει την επανάσταση στην λογοτεχνία, την ποίηση και την τέχνη, την καθημερινότητα, την θρησκεία και την πολιτική. Διατρέχοντας στην πραγματικότητα το σύνολο της ανθρώπινης ιστορίας, ασχολείται με δίπολα όπως ιστορία-αιωνιότητα, όλα-τίποτα, ελευθερία-έγκλημα, αθωότητα-ενοχή, άτομο-κοινωνία, γενικευμένη αδικία-ακρωτηριασμένη δικαιοσύνη, κατάκτηση του ατομικού-κυριαρχία του κόσμου, τη φύση της ανθρώπινης σκέψης και διαχρονικούς πολιτικούς και ηθικούς προβληματισμούς, αναγκάζοντας με κομψότητα και ευγένεια τον αναγνώστη να διευρύνει τα όρια της σκέψης του και να αναθεωρήσει τις εδραιωμένες ή και αδιαμόρφωτες ακόμη απόψεις του πάνω σε θέματα κοντινά και άπιαστα ταυτόχρονα.
Αξιοθαύμαστο, τελικά, πως η φιλοσοφία, εκλαϊκευμένη ή ακαδημαϊκή, εκούσια ή μη, συμπορεύεται με την ύπαρξη και γράφει την ιστορία του κόσμου!
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ
ΜΑΡΙΑ
ΜΑΡΙΑ
dimitris_ppg
dimitris_ppg
dmmachairidis
dmmachairidis
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ
penelope.papagian
penelope.papagian
SUPERNOVARANIA
SUPERNOVARANIA
danaemouka
danaemouka