Σύνοψη βιβλίου
Η ιστορία του Γιάννη που του άρεσε να φοράει την κουκούλα του και να περιφέρεται στα βουνά και στο αθηναϊκό άστυ και που δήλωνε εισοδηματίας, ενώ ήταν αισθηματίας.
Της Νταίζης που ήταν Αλικολόγος, αλλά τον «Λευτέρη» τον παραδεχόταν μόνο απ’ τη Μοσχολιού.
Του Σίμου που έκρυβε ξυραφάκια σε νεράντζια και ζωγράφιζε νεράιδες σε τοίχους.
Της Άννας που είχε ξεχάσει πως υπήρχε και ζούσε λάθρα και καταχρηστικά ανάμεσα στους ανθρώπους.
Του Τάκη, εξ ορισμού μοιραίου και γόη και εκ του αποτελέσματος αχάριστου.
Και κάμποσων άλλων που βρέθηκαν στη δίνη της Ιστορίας που γράφτηκε στις πλάτες τους χωρίς να τους ρωτήσει αν επιθυμούσαν να γίνουν ήρωες και χωρίς να έχει πρόθεση να τους ηρωοποιήσει έτσι κι αλλιώς.
Μια απλή ιστορία για μια πόλη, μια χώρα και ένα ερωτικό τρίγωνο που, όπως όλα τα ερωτικά τρίγωνα, υπήρξε κατ’ ουσίαν πολύγωνο.
Η θάλασσα εμφανίζεται σε διάφορα σημεία του βιβλίου μοιραία, αφού το βιβλίο διαδραματίζεται στην Ελλάδα· όμως, «Η θάλασσα έφυγε» δεν είναι ένα ναυτικό μυθιστόρημα. Είναι κυρίως ένα αστικό μυθιστόρημα, συγκεκριμένα ο τρόπος συγγραφικής πραγμάτευσης και συναισθηματικής διαχείρισης της απαξίωσης του αθηναϊκού άστεως στη διάρκεια των τελευταίων ταραγμένων ετών. Η υπόθεση εργασίας μου, όταν ξεκίνησα να δουλεύω τη «Θάλασσα», ήταν η θέση και εξέλιξη του έρωτα σε μια κοινωνία άγρια σπαρασσόμενη από βία, λεκτική, ψυχολογική, σωματική, ιδιωτική και προπάντων δημόσια σε βαθμό πρωτόφαντο για τους γεννηθέντες από το 1970 και μετά.
Το συμπέρασμά μου είναι σαφές μέσα από το ξεδίπλωμα της πλοκής. Με τη «Θάλασσα» ολοκληρώνεται η νοητή τριλογία της ματαίωσης, που, παρότι οι ιστορίες των τριών βιβλίων μου δεν σχετίζονται μεταξύ τους και δεν διαπλέκονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο, εξαρχής σχεδιάστηκε ώστε ξεκινώντας από την προσωπική ματαίωση (Ελεγεία της Σαπουνόφουσκας, γενιά που ενηλικιώθηκε τη δεκαετία του ’90), μεταβαίνει στην οικογενειακή ματαίωση (Λα Σαγράδα Φαμίλια, η ματαίωση της ελληνικής οικογένειας) και ολοκληρώνεται με την απεικόνιση της ματαίωσης μιας ολόκληρης κοινωνίας ανθρώπων στη «Θάλασσα έφυγε».
Ο έρωτας σαφώς και διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο στη μυθοπλασία μου. Κι αυτό γιατί ως καθρέφτης πλείστων όσων τερπνών και δεινών, αναδεικνύεται σε μέγιστο συγγραφικό εργαλείο για την καταβύθιση στα άδυτα της ανθρώπινης περιπέτειας. Η «Θάλασσα» στήνεται πάνω στο αρχετυπικό σχήμα του ερωτικού τριγώνου, οπωσδήποτε σκαληνό, με το βάρος των πλευρών να εναλλάσσεται. Το ερώτημα «πόσους ανθρώπους χωράει ένας άνθρωπος» το κάθε σκέλος του τριγώνου θα το απαντήσει πανηγυρικά στην ολοκλήρωση της ιστορίας, δίνοντας, ελπίζω, την αφορμή στον αναγνώστη να αναστοχαστεί και να απαντήσει τα δικά του περί έρωτος και άλλα ερωτήματα.
Αθηνά Χατζή , πηγή: ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ, 20/11/2014
Της Νταίζης που ήταν Αλικολόγος, αλλά τον «Λευτέρη» τον παραδεχόταν μόνο απ’ τη Μοσχολιού.
Του Σίμου που έκρυβε ξυραφάκια σε νεράντζια και ζωγράφιζε νεράιδες σε τοίχους.
Της Άννας που είχε ξεχάσει πως υπήρχε και ζούσε λάθρα και καταχρηστικά ανάμεσα στους ανθρώπους.
Του Τάκη, εξ ορισμού μοιραίου και γόη και εκ του αποτελέσματος αχάριστου.
Και κάμποσων άλλων που βρέθηκαν στη δίνη της Ιστορίας που γράφτηκε στις πλάτες τους χωρίς να τους ρωτήσει αν επιθυμούσαν να γίνουν ήρωες και χωρίς να έχει πρόθεση να τους ηρωοποιήσει έτσι κι αλλιώς.
Μια απλή ιστορία για μια πόλη, μια χώρα και ένα ερωτικό τρίγωνο που, όπως όλα τα ερωτικά τρίγωνα, υπήρξε κατ’ ουσίαν πολύγωνο.
Η θάλασσα εμφανίζεται σε διάφορα σημεία του βιβλίου μοιραία, αφού το βιβλίο διαδραματίζεται στην Ελλάδα· όμως, «Η θάλασσα έφυγε» δεν είναι ένα ναυτικό μυθιστόρημα. Είναι κυρίως ένα αστικό μυθιστόρημα, συγκεκριμένα ο τρόπος συγγραφικής πραγμάτευσης και συναισθηματικής διαχείρισης της απαξίωσης του αθηναϊκού άστεως στη διάρκεια των τελευταίων ταραγμένων ετών. Η υπόθεση εργασίας μου, όταν ξεκίνησα να δουλεύω τη «Θάλασσα», ήταν η θέση και εξέλιξη του έρωτα σε μια κοινωνία άγρια σπαρασσόμενη από βία, λεκτική, ψυχολογική, σωματική, ιδιωτική και προπάντων δημόσια σε βαθμό πρωτόφαντο για τους γεννηθέντες από το 1970 και μετά.
Το συμπέρασμά μου είναι σαφές μέσα από το ξεδίπλωμα της πλοκής. Με τη «Θάλασσα» ολοκληρώνεται η νοητή τριλογία της ματαίωσης, που, παρότι οι ιστορίες των τριών βιβλίων μου δεν σχετίζονται μεταξύ τους και δεν διαπλέκονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο, εξαρχής σχεδιάστηκε ώστε ξεκινώντας από την προσωπική ματαίωση (Ελεγεία της Σαπουνόφουσκας, γενιά που ενηλικιώθηκε τη δεκαετία του ’90), μεταβαίνει στην οικογενειακή ματαίωση (Λα Σαγράδα Φαμίλια, η ματαίωση της ελληνικής οικογένειας) και ολοκληρώνεται με την απεικόνιση της ματαίωσης μιας ολόκληρης κοινωνίας ανθρώπων στη «Θάλασσα έφυγε».
Ο έρωτας σαφώς και διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο στη μυθοπλασία μου. Κι αυτό γιατί ως καθρέφτης πλείστων όσων τερπνών και δεινών, αναδεικνύεται σε μέγιστο συγγραφικό εργαλείο για την καταβύθιση στα άδυτα της ανθρώπινης περιπέτειας. Η «Θάλασσα» στήνεται πάνω στο αρχετυπικό σχήμα του ερωτικού τριγώνου, οπωσδήποτε σκαληνό, με το βάρος των πλευρών να εναλλάσσεται. Το ερώτημα «πόσους ανθρώπους χωράει ένας άνθρωπος» το κάθε σκέλος του τριγώνου θα το απαντήσει πανηγυρικά στην ολοκλήρωση της ιστορίας, δίνοντας, ελπίζω, την αφορμή στον αναγνώστη να αναστοχαστεί και να απαντήσει τα δικά του περί έρωτος και άλλα ερωτήματα.
Αθηνά Χατζή , πηγή: ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ, 20/11/2014