Η ανάληψη της αρχιστρατηγίας των δυνάμεων της Ένωσης από τον στρατηγό Γκραντ, τον Μάρτιο του 1864, σηματοδότησε το τέλος μιας σειράς περιστασιακών εκστρατειών αμφότερων των αντιμαχόμενων παρατάξεων, οι οποίες έλαβαν χώρα στα δύο κύρια θέατρα του πολέμου.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα των εκστρατειών αυτών υπήρξε η στρατηγική αναποτελεσματικότητα, καθώς ούτε συντέλεσαν κατά τη διάρκεια των δυόμισι χρόνων πολέμου που είχαν προηγηθεί στο να σημειωθεί ένα -έστω- βήμα προς το τέλος της εμφύλιας σύγκρουσης, ούτε κάτι τέτοιο θα ήταν δυνατόν άλλωστε, εφόσον δεν ήταν προσανατολισμένες προς αυτόν τον σκοπό. Ό,τι μέχρι τότε είχε επιτευχθεί αφορούσε τον έλεγχο αξόνων και περιοχών, ο οποίος δεν στόχευε στην τελική νίκη και στη λήξη του πολέμου, αλλά στη δυνατότητα συνέχισής του.
Όταν λοιπόν, τον Μάρτιο του 1864, ο Λίνκολν ανέθεσε τη διοίκηση όλων των δυνάμεων της Ένωσης στον Γκραντ, άλλαξε άρδην η μορφή του διεξαγόμενου πολέμου και η εφαρμοσμένη επιχειρησιακή τέχνη πρωτοεμφανίστηκε στα θέατρα του Εμφυλίου. Ο Γκραντ, σε αντίθεση προς τους προκατόχους του, υπήρξε ρεαλιστής. Αρκέστηκε να εφαρμόσει το σχέδιό του με τις δυνάμεις που διέθετε, δίχως να αναλωθεί σε μεμψιμοιρίες και συνεχείς μάταιες οχλήσεις προς τον πρόεδρο για ενισχύσεις. Παράλληλα, δε, σεβάστηκε την εμμονή και τις ανησυχίες του τελευταίου για την ασφάλεια της πρωτεύουσας.
Το επιχειρησιακό επίπεδο είναι εκείνο στο οποίο κατεξοχήν η πολεμική τέχνη εκφράζεται και αποθεώνεται. Ποτέ δεν θα μιλήσουμε για τακτική τέχνη όταν αναφερόμαστε στο τακτικό επίπεδο, αλλά για τακτική απλώς κι αυτό δεν είναι τυχαίο. Η τακτική δράση σε επίπεδο μεθοδολογίας εδράζεται στη γνώση που απορρέει από τις εμπειρίες του παρελθόντος και τη συνεκτίμηση των δυνατοτήτων των διαθέσιμων μέσων. Υπόκειται, δε, σε ισχυρούς κανόνες που προκύπτουν από την παραπάνω γνώση. Τα περιθώρια καινοτομιών και αυτοσχεδιασμών είναι ελάχιστα. Και επειδή η τακτική στηρίζεται στη γνώση που προκύπτει από την εμπειρία και από τον συνυπολογισμό μετρήσιμων -ως επί το πλείστον- παραγόντων, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι συνιστά μεθοδολογία -κατά το μάλλον ή ήττον- επιστημονική. Στο επιχειρησιακό όμως, επίπεδο η κατάσταση είναι διαφορετική. Η επιχειρησιακή δράση συνιστά δημιουργία που δεν παράγεται μόνο από τη γνώση αλλά και από το ένστικτο, τη φαντασία και τον αυτοσχεδιασμό, την πίστη και το όραμα και γι' αυτόν τον λόγο αποτελεί, χωρίς αφμισβήτηση, τέχνη.
Ο Γκραντ στη σχεδίασή του κατά το 1864, η οποία τελικά οδήγησε στο κλείσιμο της αυλαίας του Αμερικανικού Εμφυλίου [...], αγνόησε όλα τα κρατούντα κατά τη συγκεκριμένη εκείνη περίοδο στην αμερικανική σχολή στρατιωτικής σκέψης. Εμπιστεύθηκε το ένστικτό του και τη νοημοσύνη του, και αντιμετώπισε το πρόβλημα όχι με κάποια καινοτόμο λογική, αλλά με διαφορετική προσέγγιση από εκείνη που είχε επιβάλει το "καθώς πρέπει στρατιωτικό κατεστημένο", το οποίο κυριαρχούσε στους κόλπους του Αμερικανικού Στρατού, με προεξάρχοντες τους στρατηγούς Χάλεκ και ΜακΚλέλαν. Εγκατέλειψε τα μονοπάτια των προκατόχων του, οι οποίοι έσπευδαν όπου ο εχθρός ήταν συγκεντρωμένος, και αποστασιοποιήθηκε από την ιδέα της νίκης μέσω μίας και μοναδικής αποφασιστικής μάχης, όσο μεγάλης έκτασης και αν ήταν αυτή.