Το επόμενο ανάγνωσμά μου θα είναι επίσης Χέμινγουεϊ.
Πρώτη μου επαφή με τον Χέμινγουεϊ.
Ομολογώ ότι δεν μπορώ να προσδιορίσω ακριβώς τι περίμενα, σίγουρα όχι κάτι συνηθισμένο. Μπορώ όμως να πω ότι περίμενα κάτι πιο... εντυπωσιακό. Κάτι mindblowing. Όσο να 'ναι απογοητεύτηκα.
Αρχικά το συγγραφικό του ύφος (που τόσα και τόσα έχω ακούσει για αυτό) ενώ τον ξεχωρίζει, σαφώς, από άλλους συγγραφείς κατά την άποψη μου δεν το κάνει με τον καλύτερο τρόπο. Δεν είμαι γενικά υπέρ των "κανόνων" όσον αφορά τη συγγραφική δημιουργία, θεωρώ πάντως -τουλάχιστον για να απολαύσω εγώ ένα έργο- ότι καλό είναι να τηρούνται οι βασικές επιδιώξεις της αφήγησης.
Παράδειγμα: "Η τελευταία χώρα που θα συνειδητοποιούσε τελευταία πως είχε καεί θα κέρδιζε τον πόλεμο".
Οι σκηνές μάχης περίμενα ότι θα ήταν πιο παραστατικές, σε πολλά σημεία ένιωθα χαμένη, σαν να προσπαθούσα να διαβάσω μια συγκεχυμένη ανάμνηση που σε γενικές γραμμές δεν με βοηθούσε να βάλω σε μια σειρά τα γεγονότα και να αντιληφθώ πως η ιστορία πήγε από το Α στο Β.
Οι χαρακτήρες μου φάνηκαν ως επί το πλείστον επίπεδοι και ρηχοί.
Θα ξεκαθαρίσω σε αυτό το σημείο ότι λατρεύω τον κυνικό, άθεο, απόμακρο, ψυχρό, δεν-αγαπώ-ποτέ-και-κανέναν και δεν-ελπίζω-σε-τίποτα χαρακτήρα. Τέτοιοι χαρακτήρες συνήθως παρουσιάζουν πολύ ενδιαφέρουσα εξέλιξη αφενός και πολύ ενδιαφέρουσες σκέψεις αφετέρου.
Ο Φρέντερικ Χένρι εν προκειμένω, αποστασιοποιημένος ως προς τον πόλεμο, την αγάπη και όλα τα συνταρακτικά αισθήματα που εντοπίζονται σε άλλα μυθιστορήματα του αυτού ιστορικού πλαισίου, παρουσιάζει σίγουρα κάποιο ενδιαφέρον, θα ήθελα όμως παραπάνω. Η πιο ενδιαφέρουσα κατά την άποψη μου σκηνή του, το φινάλε, που όπως πολλοί άνθρωποι με καμία πίστη στο θεό, στον κόσμο ή σε οποιαδήποτε άλλη δύναμη, "βρίσκει το Θεό" και προσεύχεται για την αποτροπή ενός τραγικού γεγονότος που αναπόφευκτα έπεται. Είναι επίσης και το μοναδικό σημείο (και ακριβώς εξ αυτού και μόνο του λόγου, της επίκλησης στο Θεό από έναν κατά τα λοιπά άθεο) που με πείθει έστω και λίγο για την αποκαλούμενη ιστορία αγάπης που εκτυλίσσεται μεταξύ αυτού και της Αγγλίδας νοσοκόμας Κάθριν Μπάρκλεϊ.
Η ίδια η Κάθριν Μπάρκλεϊ δε, από τους πιο απογοητευτικούς χαρακτήρες που έχω διαβάσει ποτέ. Μια γυναίκα στα όρια της καρικατούρας, χωρίς άποψη, υποταγμένη σε έναν άντρα που μετά βίας γνωρίζει, ανόητη σε βαθμό αηδίας λέγοντας ό,τι θεωρεί ότι ο ίδιος θέλει να ακούσει αλλάζοντας σε απόλυτο βαθμό τα λεγόμενα της μέσα σε 2 μόλις γραμμές. "Τρελούτσικη" όπως ο ίδιος ο Χένρι την αποκαλεί αναφερόμενος στην αρχή της σχέσης τους, μια εντύπωση ωστόσο που κατά στενάχωρο τρόπο διατηρείται καθ 'όλη την έκταση του βιβλίου. Ούτε για μια στιγμή δεν μου έδωσε την εντύπωση ότι υπήρχε όντως αγάπη και έρωτας, παρά μόνο μια απελπισμένη προσπάθεια να κρατηθεί από κάπου και να αναδημιουργήσει κάτι που είχε χάσει στο παρελθόν και γνώριζε κατά βάθος ότι δεν θα βρει ξανά.
Πολλές φορές προς το τέλος του μυθιστορήματος και αφού έχουν (ο Χένρι κυρίως, αλλά με σύντροφο του την Κάθριν) "αποχαιρετήσει τα όπλα" αναφέρονται στο πόσο όμορφη είναι η ζωή τους μακριά από τον πόλεμο. Όσο και να το έλεγαν μεταξύ τους ωστόσο, εξακολουθούσα να το νιώθω σαν χρησμό και όχι σαν γεγονός. Το έλεγαν με την επιθυμία ότι θα συμβεί. Το έλεγαν επειδή ήταν μαζί μακριά από τον πόλεμο, φυσικά και η ζωή τους θα έπρεπε να φαντάζει υπέροχη. Εγώ δεν ένιωθα ότι ήταν, σε κάθε τέτοια φράση τους εγώ διάβαζα μια υποβόσκουσα κατάθλιψη.
Η φιλία με τον Ιταλό Ρινάλντι πριν ο Χένρι εγκαταλείψει το στρατό, μου φάνηκε πολύ επίπεδη για φιλία. Σίγουρα υπήρχε συμπάθεια, διασκεδαστικοί διάλογοι με έντονο το στοιχείο της οικειότητας, αλλά εμένα προσωπικά το συναίσθημα μου φάνηκε πολύ λίγο για να χαρακτηριστεί "φιλία". Ο Ρινάλντι παρότι ευχάριστος και συμπαθητικός χαρακτήρας, καταντά σε πολλά σημεία ασόβαρος και κουραστικός (σημειωτέον, χειρούργος) με τα τόσα "μωρό μου" σχεδόν σε κάθε πρόταση.
Μετά από όλα αυτά, γιατί 7 αστέρια;
"Συχνά ένας άντρας νιώθει την επιθυμία να μείνει μόνος κι ένα κορίτσι νιώθει την επιθυμία να μείνει μόνο και αυτό, κι αν αγαπιούνται μεταξύ τους ζηλεύει ο ένας τον άλλον γι' αυτό το συναίσθημα, κι όμως μπορώ ειλικρινά να πω πως εμείς αυτή τη ζήλια δεν τη νιώσαμε ποτέ. Μπορούσαμε να νιώθουμε μόνοι όταν ήμασταν μαζί, απομονωμένοι, από όλους τους άλλους. Σ' εμένα αυτό έτυχε να συμβεί έτσι μόνο μια φορά. Είχα νιώσει μόνος ενώ βρισκόμουν με πολλά κορίτσια, κι αυτός είναι ο τρόπος που μπορείς να νιώσεις πιο μόνος παρά ποτέ. Όμως, όταν ήμασταν μαζί, δεν νιώθαμε ποτέ ούτε φόβο ούτε μοναξιά. Ξέρω πως η νύχτα δεν είναι ίδια με την ημέρα, όπου όλα τα πράγματα είναι διαφορετικά, πως τα πράγματα της νύχτας δεν μπορούν να βρουν καμιά εξήγηση τη μέρα, γιατί τότε δεν υπάρχουν καν, και πως η νύχτα μπορεί να είναι μια φοβερή χρονική περίοδος για τους μοναχικούς ανθρώπους από τη στιγμή που αρχίζει η μοναξιά τους. Όμως με την Κάθριν η νύχτα δεν είχε σχεδόν καμία διαφορά, εκτός από το ότι οι στιγμές ήταν ακόμα καλύτερες. Ανθρώπους που έρχονται με τόσο θάρρος στον κόσμο τούτος ο κόσμος, αν θέλει να τους συντρίψει, πρέπει αναγκαστικά να τους σκοτώσει - και φυσικά αυτό κάνει. Τους σκοτώνει. Ο κόσμος τούς συντρίβει, όλους, κι όμως πολλοί είναι εκείνοι που επουλώνουν τις πληγές τους και ξαναβρίσκουν τις δυνάμεις τους. Εκείνους ωστόσο που δεν λυγίζουν με τίποτα τους σκοτώνει. Σκοτώνει τους πολύ καλούς και τους πολύ ευγενικούς, και τους πολύ γενναίους αδιακρίτως. Αν δεν ανήκεις σε καμιά από αυτές τις κατηγορίες, μπορείς να είσαι βέβαιος πως θα σε ξεπαστρέψει κι εσένα, αλλά χωρίς καμιά ιδιαίτερη πρεμούρα."
Ακριβώς το είδος του ψυχρού ρεαλισμού και του -άκρως πειστικού- πεσιμισμού που περίμενα και ήλπιζα να συναντήσω, σκέψεις όπως ακριβώς η ως άνω παρατεθείσα για την συντροφικότητα, τη ζωή και τον θάνατο, το αναπόφευκτο και το ειρωνικό της ύπαρξής μας, που με πολύ ποιητικό τρόπο αποδίδεται επίσης στο φινάλε, όπου το τέλος έρχεται όχι από τον πόλεμο που έτρεχαν να αποφύγουν, αλλά μακριά και άσχετα από αυτόν, γιατί ο θάνατος, όση προσπάθεια και αν καταβάλουμε, είναι το φυσικό και αναπόφευκτο επακόλουθο, η μία και μοναδική βεβαιότητα της εφήμερης ζωής μας.
kalara.re
kalara.re
Emmanouil
Emmanouil
Αντωνης
Αντωνης