Το βιβλίο μου άφησε μια στυφή γεύση
Η ιστορία στο βιβλίο αρχίζει το καλοκαίρι του 1972, τότε που η Αμμόχωστος λουζόταν στο φως και την ηρεμία. Ένα φιλόδοξο ζευγάρι ο Σάββας και η Αφροδίτη Παπακώστα εγκαινιάζει το εντυπωσιακό και πολυτελές ξενοδοχείο του, όπου Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι εργαζόμενοι συνεργάζονται αρμονικά. Το όνομα του ξενοδοχείου «Ανατολή» (εξ ου και ο τίτλος του μυθιστορήματος). Στο ξενοδοχείο εργάζονται και μέλη των οικογενειών Γεωργίου (ελληνοκύπριοι) και Οζκάν (τουρκοκύπριοι). Μια «παράνομη» ερωτική σχέση δημιουργείται μεταξύ του Μάρκου Γεωργίου, εργαζόμενου σε υψηλή θέση στο ξενοδοχείο και της Αφροδίτης Παπακώστα. Και ενώ, φαινομενικά τουλάχιστον, πηγαίνουν όλα καλά στην όμορφη και ευημερούσα πόλη και μάλιστα ένα νέο υπερπολυτελές ξενοδοχείο του ζεύγους Παπακώστα βρίσκεται υπό κατασκευή, φτάνουμε στον Ιούλιο του 1974. Το προδοτικό πραξικόπημα βυθίζει την Κύπρο στο χάος. Η Τουρκία εισβάλλει στο νησί και η Αμμόχωστος βομβαρδίζεται. Οι τουρίστες φεύγουν, οι εργασίες στο νέο ξενοδοχείο σταματούν, όλα γκρεμίζονται. Η πόλη εγκαταλείπεται όπως όπως από τους σαράντα χιλιάδες ελληνοκύπριους κατοίκους της. Ο Σάββας και η Αφροδίτη καταφεύγουν στη Λευκωσία, στο σπίτι των γονιών της, ενώ εκείνη διαπιστώνει πως κυοφορεί το παιδί του Μάρκου. Δύο οικογένειες παραμένουν στην κατεχόμενη από τον τουρκικό στρατό πόλη. Οι Γεωργίου και οι Οζκάν. Η συνέχεια στο βιβλίο για όσους θέλουν να το διαβάσουν.
Το βιβλίο, ως μυθιστόρημα, το διάβασα μονορούφι. Η γλώσσα απλή και ρέουσα, η πλοκή συναρπαστική. Παρόλα αυτά η γεύση που μου άφησε πικρή. Πικρή όχι μόνο γιατί μου θύμισε την τραγωδία της Κύπρου, αλλά και για ένα άλλο λόγο. Η Αμμόχωστος που περιγράφεται εκεί (των υπερπολυτελών ξενοδοχείων, της χλιδής, του πλούτου, της ίντριγκας, της ματαιοδοξίας κλπ) λίγο μου θυμίζει την Αμμόχωστο που θυμάμαι εγώ (ας σημειωθεί είμαι Κύπρια και στην Αμμόχωστο είχα συγγενείς και φίλους που τους επισκεπτόμουν συχνά). Μα, θα μου πει κάποιος μυθιστόρημα είναι. Τι περίμενες; Στα άλλα μυθιστορήματα που διαβάζεις οι ζωές των ηρώων σου θυμίζουν τις ζωές των συγγενών ή των φίλων σου; Όχι, αλλά εδώ πρόκειται για μια πόλη ιστορική, συνδεδεμένη με μια τραγωδία που η πληγή χαίνει ακόμη ανοικτή. Δεν μπορεί να τονίζεται μόνο η μια πλευρά της ζωής της πόλης. Αυτή της χλιδής, της απληστίας και της ματαιοδοξίας που ναι υπήρχε, αλλά δεν ήταν η κυρίαρχη. Υπήρχε και η Αμμόχωστος της κουλτούρας, της υψηλής παιδείας, της μακραίωνης ιστορίας, των απλών ανθρώπων. Η ζωή των απλών ανθρώπων αναφέρεται μεν στο μυθιστόρημα, αλλά ξώφαλτσα. Η οικογένεια Γεωργίου είχε στους κόλπους της και απλούς τίμιους ανθρώπους, αλλά και καθάρματα (απατεώνες, μέλη της ΕΟΚΑ Β΄κλπ). Με τους τελευταίους όμως να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο μυθιστόρημα. Αντίθετα, τα μέλη της τουρκοκυπριακής οικογένειας παρουσιάζονται όλοι απλοί και τίμιοι άνθρωποι. Δεν έχω αντίρρηση ότι η πλειοψηφία των τουρκοκυπρίων είναι απλοί και τίμιοι άνθρωποι, αλλά υπάρχουν και υπήρχαν και εκεί καθάρματα (π.χ. μέλη της εξτρεμιστικής οργάνωσης ΤΜΤ). Γι’ αυτά δεν γίνεται λόγος.
Τελικό συμπέρασμα: Το βιβλίο μου άφησε μια πικρή στυφή γεύση. Ένα είδος απογοήτευσης. Ένα παράπονο.
Υ.Γ. Το βιβλίο το διάβασα από την ελληνική μετάφραση (εκδόσεις Διόπτρα)